α'
Όσο κι αν τρέχει
ο λαγός , το βόλι τρέχει
γρηγορότερα .
Κανείς λαγός ωστόσο
δεν τό πίστεψε ακόμη .
β'
Βόλι που φεύγει
απ' τό όπλο δίχως στόχο
τή βολή του χάνει
αστόχαστα τελειώνει
στη καρδιά του μηδενός .
γ'
Βολίδα ρίχνει
ο βουτηχτής μετρώντας
το κουράγιο του
μαργαριτάρι λάμπει
στον πυθμένα ο θάνατος .
δ'
Θαμπέ καθρέφτη
στο γυαλί φυλακίζεις
τα ειδωλά μας
μες στα θολά νερά σου
αμέτρητοι πνιγμένοι .
ε'
΄Ισια στα μάτια
το θάνατο κοιτώντας
τον ημέρεψα
άτρομα το κεφάλι
χώνω στα σαγόνια .
στ'
Πέφτει το βράδυ ,
λουφάζουν στη μονιά τους
όλα τ' αγρίμια .
Πάψε κι εσύ ψυχή μου
τη σελήνη ν' αλυχτάς .
ζ'
Αυτό το δέντρο
από χέρι θεικό
ζωγραφισμένο
τα φύλλα του θροίζουνε
στο άγγιγμα του ανέμου .
η'
Με κέρινα φτερά
απ' το λαβύρινθο μου
τις νύχτες βγαίνω .
Η παγερή σελήνη
τα μάγια μου δε λύνει .
θ'
Τόσο μεγάλος
πόνος , τόσο πιο μεγάλος
απ' τον άνθρωπο
κι ωστόσο στην καρδιά μου
ολόκληρος χωράει .
ι'
Στ' όνειρο μέσα ,
ξυπνητήρι στον καρπό
μέσα , σκουλήκι .
Θλίψη μέσα στον έρωτα
θάνατος μες στη θλίψη .
ια'
Ω , πως θαμπώνουν
ξεχασμένα τα κορμιά ,
χωρίς αγάπη !
Σαν άτριφτα ασημικά ,
αχάιδευτα θαμπώνουν .
ιβ'
Ξένη η φωνή μου ,
όταν εκτός μου ηχεί ,
κι είναι δική μου
μονάχα εντός μου ,
μονάχα όταν σωπαίνει .
ιγ'
Γέμισε ο κόσμος
ανθρώπους που δεν έχουν
γεννηθεί ακόμη
κι ανθρώπους πεθαμένους
που ακόμη περπατούν .
ιδ'
'' Αυτοί είν' οι γιοί μου ''
λέει περήφανα ο μωρός
'' αυτή είν' η γη μου '' .
Σχεδόν δεν έχει εαυτό
κι έγινε ξάφνου αφέντης .
ιε'
Πηλός ο άνθρωπος
και πλάστης και αλί του
αν δεν το ξέρει
και προσμένει άλλο χέρι
να πλάσει τη μορφή του .
ιστ'
Ψυχή , δεν έχεις
άλλο καταφύγιο
στον κόσμο τούτο
μονάχ' αυτούς τους τοίχους ,
αυτούς τους πέντε στίχους .