Χθες ονειρεύτηκα
πως ήμουν
σύννεφο.
Την
αλαφράδα αξιώθηκα
τη
συννεφένια χάρη!
Ταξίδι
αμέσως άρχισα
λεπτό δεν
ήθελα να χάσω.
Ελεφαντάκι
βαμβακένιο,
ιπτάμενο
χαλί
στην
πλάτη μου κουβάλησα
του ήλιου
τις αχτίδες
χάιδεψα
και
φίλησα μ' ευλάβεια
το
λατρευτό φεγγάρι.
Είδα τα
ζώα τ'ουρανού τα φωτεινά
τις
αστερένιες άρκτους
προσκύνησα
με δέος.
Είδα τον
Ταύρο να κλέβει την Ευρώπη
ψηλά να
τη σηκώνει
μα δε
διέκρινα έρωτα,
μόνο
εγωισμό και πείσμα
Κι ύστερα
κοίταξα στη γη:
Είδα
νεκρούς σε μακελειό
στρατιώτες,
ασθενοφόρα και σειρήνες.
Είδα
κομμένα μέλη
και
σώματα χωρίς ανάσα.
Ενα μικρό
παιδί νεκρό που
το
μοιρολογούσε άσπρος σκύλος.
Είδα
τρένα στη γης τη μήτρα
να
βυθίζονται
και
υποβρύχια σε πτήσεις
για το
διάστημα.
Είδα
ανθρώπινα
γλυπτά δίχως πνοή
σε
εκκλησίες και στρατόπεδα
σε
ιδρύματα και φυλακές
σε πάρκα
και πλατείες
Άκουσα
της πείνας την κραυγή
στου
κόσμου τις χωματερές
παιδιά
και όρνια να σπαράζουν
Είδα τη
Ζαν ντ' Αρκ
και τη
Μαρία Μαγδαληνή
να
καίγονται σε φλόγα δυνατή
φορώντας
μπούρκα.
Είδα
μικρά κορίτσια
σε χέρια
βάρβαρα
φυλακισμένα
να
ακρωτηριάζονται
την ηδονή
να μη γευτούνε
Είδα
σκουρόχρωμους ανθρώπους
σακιά,
στο χώμα πεταμένους
κι άλλους
με δέρμα
στο χρώμα
της ιερής λευκότητας
να
κατουρούν επάνω τους.
Στη θέση
των ματιών
είχαν δυο
τρύπες
Πλησίασα
φουγάρα
από
εργοστάσια παλιά και νέα
και
γεύτηκα καπνό
από σάρκα
ανθρώπινη
και αίμα
και ιδρώτα.
Είδα
ναυαγούς να πνίγονται
μαζί με
τις βραχονησίδες τους
για να
μην τις αποχωριστούν
Δεν ήθελα
άλλο να βλέπω..
Τα μάτια
μόνος μου έβγαλα
και έγινα βροχή σε λασπωμένη πόλη..