18 Φεβρουαρίου 1914 - 1 Μαρτίου 2004
ΚΥΠΡΟΣ , ΙΟΥΛΙΟΣ 1974
ΚΥΠΡΟΣ , ΙΟΥΛΙΟΣ 1974
Πως γίνεται αυτή τη νύχτα να σκοτώσης ,
πως γίνεται αυτή τη νύχτα να σκοτωθής
που κατέβηκε απάνω στις στέγες ,
που άπλωνε χαδιάρικη γάτα απάνω στις στέγες η Μεγάλη
΄Αρκτος
και χοροπηδάν στα κεραμίδια τ' αστεράκια της
με φωνές και τσιτσιβίσματα κ' έρωτα ;
ΤΑ ΠΕΡΙΒΟΛΙΑ ΜΟΥ ΣΤΟΥ ΜΟΡΦΟΥ
( ΜΕΤΑ ΤΤΗΝ ΤΟΥΡΚΙΚΗ ΕΙΣΒΟΛΗ )
Καλύτερα που δεν ήξερα
πως εκείνη ήταν η τελευταία φορά που σας έβλεπα ,
καλύτερα που δεν προαισθάνθηκα
πως εκείνη ήταν η τελευταία φορά που σας έβλεπα .
Γιώργος Πάτσος
ΝΥΧΤΑ
΄Επλεα σε μια θάλασσα από φάρμακα
Νύχτα , με μια βροχούλα πλαστική
να με τυραννά
Χωρίς να ξέρω να φωνάξω τα ονόματα
των πουλιών , των λουλουδιών και των θεών ,
να τρέξουν να με σώσουν .
Μα πάνω στο κομοδίνο , δέκα εκατοστά από την απόγνωση ,
καραδοκούσαν μειλίχιοι οι ποιητές , με τα ταξίδια και τις γιορτές τους
να μου χαμογελούν .
΄Ανοιξα τη χάρτινη πόρτα και άναψα το καντήλι .
Κι ωσάν κύμα ωστικό , με ιριδίζοντα χρώματα άπλωσε το φως .
Ξημέρωσε με μιας
Και οι γυμνές πατούσες μου ευγνωμονούσαν το κρύο μάρμαρο
Σ' αυτή την ξαφνική καλοκαιρία
Γιώργος Πετούσης
ΟΙ ΤΥΜΠΑΝΙΑΙΟΙ ΝΕΚΡΟΙ
Σκουντουφλούσε...
Στο φεγγαρόφωτο
όσο που ξεχώριζαν διάσπαρτοι
οι τυμπανιαίοι νεκροί .
Το φώσφορο .
Συμπολεμιστές
φίλοι
επίμονα απ' τα κουφάρια τους
με γυάλινα μάτια
τον κοιτούσαν .
'' ΄Αταφους που μας αφήνεις ; ''
Τον ρωτούσαν .
( 20.8.1998 )
Νάντια Στυλιανού
ΚΥΠΡΟΣ 74
Η θάλασσα
ένα υπερχρονικό παραμύθι
με οξεία Διαίσθηση...
Και μεις που γυρεύαμε
μια χούφτα γης δική μας...
Τώρα μια παλάμη
πυρπολημένη στο Κόκκινο
γεμάτη στάχτες από όνειρα
με βορεινή ανάσα .
Τα ονειρά μας πάλι ,
δεν ήταν άθραυστα .
Οι κανονισμοί σε απόλυτη ακρίβεια...
Το Παιχνίδι θα το συντρόφευαν
πάντα αποσιωπητικά...
΄Επειτα ο αγώνας κερδίζεται
σ' ένα λείο επίπεδο
χωρίς κυρτώσεις .
-Παρασπονδία !
Το παιχνίδι
δεν ήταν τίμιο
Κανείς δεν μπόρεσε
να το αποκρυπτογραφήσει...
Το παιχνίδι ήταν ΄Ατιμο!
Χάσαμε πρώτοι
κι αφεθήκαμε στο μέσον ...
Πέτρος Στυλιανού
( Μνήμη του αγνοούμενου πολεμιστή , του εξαίρετου
ανθρώπου και φίλου συνταγματάρχη Τάσου Μάρκου )
ΑΤΑΛΑΝΤΕΥΤΟΙ
΄Αλλη πια , σύντροφοι , πατρίδα δεν μας απόμεινε
παρά τούτα τα ξερολίθαρα κι οι φτέρες
ούτε άλλο βήμα προς τα πίσω
δεν μπορούμε πια να κάνουμε
χωρίς να βρεθούμε
ανέστιοι κι απάτριδες .
Τα χώματα τούτα που μας ξέμειναν
που κρύβουνε στα σπλάχνα τους
των πατεράδων τις ιερές λήκυθες
οινοχόες κι αμφορείς
και τις αναθηματικές τερρακότες
τα ίδια τους τα μυρωμένα λείψανα
απ' την αμφιλύκη των αιώνων
ΚΥΠΡΟΣ 74
Η θάλασσα
ένα υπερχρονικό παραμύθι
με οξεία Διαίσθηση...
Και μεις που γυρεύαμε
μια χούφτα γης δική μας...
Τώρα μια παλάμη
πυρπολημένη στο Κόκκινο
γεμάτη στάχτες από όνειρα
με βορεινή ανάσα .
Τα ονειρά μας πάλι ,
δεν ήταν άθραυστα .
Οι κανονισμοί σε απόλυτη ακρίβεια...
Το Παιχνίδι θα το συντρόφευαν
πάντα αποσιωπητικά...
΄Επειτα ο αγώνας κερδίζεται
σ' ένα λείο επίπεδο
χωρίς κυρτώσεις .
-Παρασπονδία !
Το παιχνίδι
δεν ήταν τίμιο
Κανείς δεν μπόρεσε
να το αποκρυπτογραφήσει...
Το παιχνίδι ήταν ΄Ατιμο!
Χάσαμε πρώτοι
κι αφεθήκαμε στο μέσον ...
Πέτρος Στυλιανού
( Μνήμη του αγνοούμενου πολεμιστή , του εξαίρετου
ανθρώπου και φίλου συνταγματάρχη Τάσου Μάρκου )
ΑΤΑΛΑΝΤΕΥΤΟΙ
΄Αλλη πια , σύντροφοι , πατρίδα δεν μας απόμεινε
παρά τούτα τα ξερολίθαρα κι οι φτέρες
ούτε άλλο βήμα προς τα πίσω
δεν μπορούμε πια να κάνουμε
χωρίς να βρεθούμε
ανέστιοι κι απάτριδες .
Τα χώματα τούτα που μας ξέμειναν
που κρύβουνε στα σπλάχνα τους
των πατεράδων τις ιερές λήκυθες
οινοχόες κι αμφορείς
και τις αναθηματικές τερρακότες
τα ίδια τους τα μυρωμένα λείψανα
απ' την αμφιλύκη των αιώνων
θα τα κρατήσουμε με τα δόντια
και με τα νύχια μας ακόμα .
Μέτωπο μιας Μηλιάς , Αύγουστος , 1974
΄Ελλη Παιονίδου
ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ
λύσανε τα σαντάλια τους , τα μέλη αποσταμένα
έγειραν να ξεκουραστούν
σιγά σιγά , μην ακουστούν
βγήκανε τα φαντάσματα σεριάνι , ένα ένα .
ετούτο βγήκε απ' τα προικιά της πρώτης θυγατέρας
εκείνο από την τσιμινιά
και σμίχτηκε στη γειτονιά
με τις χαρούμενες φωνές που κουβαλά ο αέρας .
φαντάσματα , φαντάσματα του χθεσινού μας κόσμου
γιατί δε χάνεστε κι εσείς
μέσα στα βάθη της ψυχής
κι αβάσταχτα μας φέρνετε ευωδιά χαμένου δυόσμου ;
( Τραγούδια του χαμένου δυόσμου , 1979 )
Κυριάκος Χαραλαμπίδης
΄Αχνα Αμμοχώστου 1940-
ΠΑΙΔΙ ΜΕ ΜΙΑ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ
Παιδί με μια φωτογραφία στο χέρι
με μια φωτογραφία στα μάτια του βαθιά
και κρατημένη ανάποδα με κοίταζε .
Ο κόσμος γύρω του πολύς κι αυτό
είχε στα μάτια του μια φωτογραφία ,
στους ώμους του μεγάλη και αντίστροφα -
στα μάτια του μεγάλη , στους ώμους πιο μικρή ,
στο χέρι του ακόμα πιο μικρή .
΄Ηταν ανάμεσα σε κόσμο με συνθήματα
και την κρατούσε ανάποδα μου κακοφάνη .
.
Κοντά του πάω περνώντας πινακίδες
αγαπημένων είτε αψίδες και φωνές
που ' χαν παγώσει και δε σάλευε καμιά .
΄Εμοιαζε του πατέρα του η φωτογραφία .
Του τήνε γύρισε ίσια κι είδα πάλι
τον αγνοούμενο με το κεφάλι κάτω .
΄Οπως ο ρήγας ο βαλές κι η ντάμα
ανάποδα ιδωμένα βρίσκονται ίσια ,
έτσι κι αυτός ο άντρας ιδωμένος ίσια
γυρίζει ανάποδα και σε κοιτάζει .
( Θόλος 1989 )
Κύπρος Χρυσάνθης
Ο ΧΩΡΙΣΜΟΣ
ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ
λύσανε τα σαντάλια τους , τα μέλη αποσταμένα
έγειραν να ξεκουραστούν
σιγά σιγά , μην ακουστούν
βγήκανε τα φαντάσματα σεριάνι , ένα ένα .
ετούτο βγήκε απ' τα προικιά της πρώτης θυγατέρας
εκείνο από την τσιμινιά
και σμίχτηκε στη γειτονιά
με τις χαρούμενες φωνές που κουβαλά ο αέρας .
φαντάσματα , φαντάσματα του χθεσινού μας κόσμου
γιατί δε χάνεστε κι εσείς
μέσα στα βάθη της ψυχής
κι αβάσταχτα μας φέρνετε ευωδιά χαμένου δυόσμου ;
( Τραγούδια του χαμένου δυόσμου , 1979 )
Κυριάκος Χαραλαμπίδης
΄Αχνα Αμμοχώστου 1940-
ΠΑΙΔΙ ΜΕ ΜΙΑ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ
Παιδί με μια φωτογραφία στο χέρι
με μια φωτογραφία στα μάτια του βαθιά
και κρατημένη ανάποδα με κοίταζε .
Ο κόσμος γύρω του πολύς κι αυτό
είχε στα μάτια του μια φωτογραφία ,
στους ώμους του μεγάλη και αντίστροφα -
στα μάτια του μεγάλη , στους ώμους πιο μικρή ,
στο χέρι του ακόμα πιο μικρή .
΄Ηταν ανάμεσα σε κόσμο με συνθήματα
και την κρατούσε ανάποδα μου κακοφάνη .
.
Κοντά του πάω περνώντας πινακίδες
αγαπημένων είτε αψίδες και φωνές
που ' χαν παγώσει και δε σάλευε καμιά .
΄Εμοιαζε του πατέρα του η φωτογραφία .
Του τήνε γύρισε ίσια κι είδα πάλι
τον αγνοούμενο με το κεφάλι κάτω .
΄Οπως ο ρήγας ο βαλές κι η ντάμα
ανάποδα ιδωμένα βρίσκονται ίσια ,
έτσι κι αυτός ο άντρας ιδωμένος ίσια
γυρίζει ανάποδα και σε κοιτάζει .
( Θόλος 1989 )
Κύπρος Χρυσάνθης
Ο ΧΩΡΙΣΜΟΣ
ο χωρισμός δεν έχει μάτια αγάπη μου να βλέπη τις λεωφόρους μήτε μια ασήμαντη
ακοή ν'ακούει τη μουσική της βρύσης που ικετεύει τη βροχή μάς στέγνωσε η δίψα
ο χωρισμός δεν έχει γλώσσα ανθρώπινη
ο χωρισμός κρατά κλωνάρι μυτερό και γραντζουνά τα φυλλοκάρδια μας ενώ το
κύμα γεύεται μια αλμύρα από το δάκρυ των χαμένων πολιτειών μια νύχτα καλο-
καιρινή που τη γλεντούσε το φεγγάρι
κείνος που μένει γίνεται άγαλμα και το ρουφάει ο ίσκιος όπως ρουφά νερό η αποδε-
κατισμένη γη μας χάνεται στο χείμαρο του πλήθους και στο φως των προθηκών
και γίνεται ένας κόκκος πίκρας που τον σέρνει το μερμήγκι πλάι στο χάλασμα
των άχρηστων ιδεών
ΕΡΩΤΑΣ
είναι καιρός να τραγουδάμε για έρωτα ; μας βρήκαν δίσεκτα επισόδια κι ο φοβερός
χειμώνας σε τσαντήρια δίχως πάτωμα και πρωπαντός το πλάγιο βλέμμα της συ-
μπόνιας όσων έχουν κρεβάτι και μπορούν ν' αλλάζουνε τα εώρουχά τους
αυτά μας κοκκάλιασαν την αφή μας ρίξανε βαρειές κουρτίνες η όραση μας συμμα-
ζεύτηκε σαν άρρωστο χαρτί στον θερινό ήλιο το αίμα μας σιωπά στις αρτηρίες σαν
ένοχο παιδί
είναι καιρός να τραγουδάμε για ΄ρωτα σε δίσεκτες εσπέρες ;
Πηγή ποιημάτων λογοτεχνικό περιοδικό Ομπρέλα
η φώτο Κυριάκου Χαραλαμπίδη
el.wikipedia.org/.../κατηγορία :κύπριοι _ποιητές-
ακοή ν'ακούει τη μουσική της βρύσης που ικετεύει τη βροχή μάς στέγνωσε η δίψα
ο χωρισμός δεν έχει γλώσσα ανθρώπινη
ο χωρισμός κρατά κλωνάρι μυτερό και γραντζουνά τα φυλλοκάρδια μας ενώ το
κύμα γεύεται μια αλμύρα από το δάκρυ των χαμένων πολιτειών μια νύχτα καλο-
καιρινή που τη γλεντούσε το φεγγάρι
κείνος που μένει γίνεται άγαλμα και το ρουφάει ο ίσκιος όπως ρουφά νερό η αποδε-
κατισμένη γη μας χάνεται στο χείμαρο του πλήθους και στο φως των προθηκών
και γίνεται ένας κόκκος πίκρας που τον σέρνει το μερμήγκι πλάι στο χάλασμα
των άχρηστων ιδεών
ΕΡΩΤΑΣ
είναι καιρός να τραγουδάμε για έρωτα ; μας βρήκαν δίσεκτα επισόδια κι ο φοβερός
χειμώνας σε τσαντήρια δίχως πάτωμα και πρωπαντός το πλάγιο βλέμμα της συ-
μπόνιας όσων έχουν κρεβάτι και μπορούν ν' αλλάζουνε τα εώρουχά τους
αυτά μας κοκκάλιασαν την αφή μας ρίξανε βαρειές κουρτίνες η όραση μας συμμα-
ζεύτηκε σαν άρρωστο χαρτί στον θερινό ήλιο το αίμα μας σιωπά στις αρτηρίες σαν
ένοχο παιδί
είναι καιρός να τραγουδάμε για ΄ρωτα σε δίσεκτες εσπέρες ;
Πηγή ποιημάτων λογοτεχνικό περιοδικό Ομπρέλα
η φώτο Κυριάκου Χαραλαμπίδη
el.wikipedia.org/.../κατηγορία :κύπριοι _ποιητές-